το τσαλίμι
κουβέντες, σκέψεις, ελιγμοί και όσα φέρνει η στιγμή
Πέμπτη, Απριλίου 04, 2024
Συμβολή στο έργο του Τάκη Τσεντεμαΐδη
Δευτέρα, Απριλίου 01, 2024
Πρωταπριλιάτικη, πλην όμως, αληθέστατη εξ αποστάσεως συνομιλία
Σπύρος Λαζαρίδης
Συζήτηση με τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου Χωρυγίου Κιλκίς: «Ένα βιβλίο γεννιέται»
Μαγευτικό Ηλιόλουστο, 01-04-2024
Αν και Πρωταπριλιά η πρώτη απάντησή μου στην πρώτη σας ερώτηση έχει στις δύο πρώτες λέξεις της την αλήθεια. Οπότε, ας μην παρασυρθούμε από τις συνήθειες της ημέρας κι ας πούμε αλήθειες, ακόμα και στις δύσκολες ερωτήσεις όπως είναι η δεύτερη και η τρίτη. Σας ευχαριστώ πολύ, εσάς και τον δάσκαλό* σας, για την ευκαιρία αυτή να μιλήσουμε για βιβλία.
1. Τι είδους βιβλία γράφετε;
Είναι αλήθεια πως τα βιβλία μου ανήκουν σε διαφορετικά είδη γραφής. Έχω γράψει βιβλία με ποιήματα δικά μου, έχω ανθολογήσει ποιήματα άλλων σε βιβλία μου. Έχω γράψει μελέτες που κι αυτές ανήκουν σε διαφορετικά θέματα. Μου άρεζε να οδηγώ μοτοσυκλέτα και να διαβάζω λογοτεχνία, οπότε η πρώτη μου μελέτη αφορούσε την έρευνα που ένωνε τις δύο αγάπες σε ένα βιβλίο: πώς εμφανιζόταν η μοτοσυκλέτα και οι άνθρωποι που την οδηγούσαν μέσα στην ελληνική λογοτεχνία; Αυτό το βιβλίο έκανε δύο εκδόσεις κι όταν ήρθε η σειρά για τρίτη έκδοση προτίμησα να γράψω μια ανθολογία αντί για μελέτη˙ έτσι γεννήθηκε και το πρώτο μου βιβλίο-ανθολογία με ποιήματα και διηγήματα Ελλήνων και Ελληνίδων λογοτεχνών που είχαν ανάμεσα στις λέξεις του τη μοτοσυκλέτα!
Μου άρεζε να βρίσκω απαντήσεις στις απορίες μου και όταν δεν τις έβρισκα σε βιβλία άλλων, έγραφα τα δικά μου. Έτσι προέκυψαν βιβλία με θέματα ιστορικά. Ο τόπος όπου γεννήθηκα και ο τόπος όπου μεγάλωσα, ένα χωριό του Κιλκίς και η Θεσσαλονίκη, αποτέλεσαν το θέμα των ιστορικών βιβλίων μου, μετά από πολύχρονες έρευνες.
Ζήλευα τους ανθρώπους που είχαν την ικανότητα να διηγούνται ιστορίες. Έτσι κατάφερα, μετά από πολλά χρόνια που έγραφα τα ποιήματά μου και τις μελέτες μου, να γράψω και μια συλλογή με διηγήματα.
Η διάθεση να διηγούμαι κι εγώ ιστορίες με οδήγησε στην ανάγκη να γράψω και θεατρικά έργα, ένα από τα οποία το τύπωσα σε βιβλίο.
Ακόμα και στα ιστορικά μου βιβλία, είχα μια αγωνία, να ανακαλύπτω ανθρώπινες ιστορίες όταν μιλούσα για τόπους και περιοχές. Έτσι, τώρα ετοιμάζω το νέο μου βιβλίο που θα είναι η βιογραφία ενός σημαντικού ανθρώπου της Τέχνης της χώρας μας.
2.Ποιο είναι το αγαπημένο σας βιβλίο που έχετε γράψει;
Πολύ δύσκολη ερώτηση σε έναν συγγραφέα! Στην ουσία δεν υπάρχει απάντηση σε τέτοια ερώτηση. Οι αληθινοί συγγραφείς, αυτοί δηλαδή που γράφουν επειδή τους το λέει η ψυχούλα τους και όχι επειδή ανταποκρίνονται σε κάποια παραγγελία, γράφουν για πράγματα που αγαπάνε ή για πράγματα που τους βασανίζουν το μυαλό και την καρδιά. Επειδή όμως θεωρώ πως η κινητήρια δύναμη σε έναν συγγραφέα είναι να θέλει να διηγηθεί ιστορίες που έφτιαξε με το μυαλό του και τις πέρασε στο χαρτί για να φτάσουν και σε άλλους ανθρώπους, αγαπώ ιδιαιτέρως τη συλλογή μου με τα διηγήματα: Ίχνη όζας. Αν και γράφω από το 1982 και το πρώτο μου βιβλίο βγήκε το 1986, αυτό το βιβλίο του 2013 κατέχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου.
3.Από τα ποιήματά σας ποιο είναι το αγαπημένο σας;
Εδώ τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα. Ανάλογα με τη διάθεσή μου και με τις διάφορες κοινωνικές και πολιτικές συγκυρίες έρχονται συγκεκριμένοι στίχοι στο μυαλό μου. Καθώς κουβεντιάζω μ’ εσάς, λοιπόν, αυτήν την πρώτη ημέρα του Απριλίου και με όσα γίνονται γύρω μας, σε μια επικαιρότητα όπου κυρίαρχο ζήτημα είναι οι αλήθειες ή τα ψέματα διαφόρων ανθρώπων που βρίσκονται σε σημαντικές θέσεις και επηρεάζουν με τις αποφάσεις τους τις ζωές μας, ξεχωρίζω το παρακάτω ποίημα, που γράφτηκε Απρίλιο κι αυτό και βρίσκεται στο τελευταίο μου ποιητικό βιβλίο:
ΤΑ ΨΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΕΥΧΩΝ
Στο τέμπλο αυτό οι άγιοι είναι κουρασμένοι.
Όλη νύχτα καθαρίζουν τις προσευχές,
ξεδιαλέγουν τα ψέματα
και τα βάζουν στην άμμο με τα κεριά για τους νεκρούς,
να πάρουν λίγη από την αλήθεια τους.
Οι νεκροί είναι αλλιώς˙
ή τους τιμάς ή δεν τους θυμάσαι,
δεν τους ικετεύεις αυτούς να πουν την καλή την κουβέντα για σένα!
Το πρωί ξαναπαίρνουν οι άγιοι τα ψέματα στις εικόνες τους,
να μην καταλάβουν οι χθεσινοί ικέτες.
Αυτά είναι εκείνη η θαμπάδα στο γυαλί,
πού όσο και να τρίβει ο νεωκόρος,
δε φεύγει.
Το άλλο βράδυ το ίδιο.
Πρωί το πρωί ξεθυμαίνει η θολή ομίχλη όσο να πεις,
αλλά είναι εκεί, τη βλέπεις˙
μόνο σαν πέσει πάνω της μια ατόφια αλήθεια, μια σπαρακτική εξομολόγηση,
δεν αντέχει και λειώνει,
εξαφανίζεται.
Άλλο ψέμα έχει τότε σειρά,
δε βολεύονται εύκολα στην αλήθεια οι ανθρώποι.
28-04-2021
4.Σκεφτήκατε ποτέ να γράψετε παιδικά βιβλία;
Δεν τολμώ να το σκεφτώ, επειδή το θεωρώ πολύ δύσκολο. Ακόμα προσπαθώ να ξεμπερδέψω με τους δικούς μου δαίμονες και τα βιβλία που γράφω είναι για πράγματα τα οποία θεωρώ πως γνωρίζω ή θέλω πολύ να μάθω. Για τα παιδιά ισχύει αυτό που τραγούδησε ο Διονύσης Σαββόπουλος: Δεν ξέρω τι να παίξω στα παιδιά! Πραγματικά δεν ξέρω! Κι αυτά που σας λέω τόσην ώρα, τρέμω στην ιδέα πως δεν ταιριάζουν με τα ενδιαφέροντά σας και την ουσία των ερωτήσεών σας.
5.Ποιο από τα βιβλία σας βασίζεται σε αληθινά γεγονότα;
Ως ποιητής ανήκω σ’ εκείνους που γράφουν βιωματικά, δηλαδή αναζητούν τα θέματα και τις λέξεις των ποιημάτων τους στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Έτσι στα ποιήματά μου αντικατοπτρίζεται η πραγματική ζωή και όχι ονειρικές καταστάσεις.
Ως ερευνητής, δεν μπορώ παρά να ψάχνω απαντήσεις σε γεγονότα και καταστάσεις που συνέβησαν, οπότε και πάλι η ζώσα αλήθεια αλλοτινών εποχών είναι το αντικείμενο των σχετικών βιβλίων μου.
Ακόμα και τα διηγήματα που έγραψα, είχαν ως πρώτη ύλη πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν σε άλλους, κάποτε. Βρήκαν όμως τον τρόπο και χώθηκαν εκεί ανάμεσα και δικά μου χαρακτηριστικά και εμπειρίες.
Και στο θέατρο το ίδιο. Τελικά είμαι από εκείνους τους συγγραφείς που γράφω επειδή ζω! Η ζωή είναι που τροφοδοτεί την ανθρώπινη ψυχή με ερεθίσματα για να βρει απαντήσεις και γαλήνη!
Το γεγονός πως όταν μπαίνει η τελεία σε κάποιο ποίημά μου ή σε κάποιο βιβλίο μου, νιώθω χαρούμενος και ευτυχισμένος –ακόμη κι αν το θέμα αφορούσε κάτι άσχημο, όπως ο θάνατος ή η μοναξιά- σημαίνει πως η διαδικασία γραφής είναι κάτι το λυτρωτικό και αναγκαίο!
Σας ευχαριστώ πολύ, μέσα από την καρδιά μου!
ΥΓ
Η συνέντευξη δόθηκε διά του διαδικτύου. Ηλεκτρονικά πήρα τις ερωτήσεις και με τον ίδιο τρόπο έδωσα τις απαντήσεις.
*Θεόφιλος Σαραφίδης, παιδί του μαγευτικού Ηλιολούστου.
Παρασκευή, Μαρτίου 22, 2024
Άνθη και πέτρα
Τετάρτη, Μαρτίου 20, 2024
Το μαύρο τηλέφωνο κι η ξύλινη καρέκλα
Μητροπόλεως, στοά Χρυσικοπούλου, ασανσέρ, 5ος όροφος, διάδρομος, είσοδος γραφείων της Διαγωνίου. Το τακτικό μας ραντεβού ήταν κάθε Δευτέρα πρωί. Έμπαινα στον προθάλαμο, εκεί που λειτουργούσε η γκαλερί και πριν φτάσω στην πόρτα του γραφείου εμφανιζόταν η ψιλόλιγνη μορφή και άναβε το φως αν ήταν νέα η έκθεση˙ αν συνεχιζόταν από την προηγούμενη εβδομάδα, απλώς με περίμενε καθισμένος στο γραφείο του, τυπικός τον πρώτο καιρό, κα(υ)λώς τον, ύστερα. Μια φορά, με συνεχιζόμενη την έκθεση, βγήκε στο άνοιγμα της πόρτας και μου είπε: σε καταλαβαίνω από τον ήχο των βημάτων σου. Δε θυμάμαι πώς συνεχίστηκε η κουβέντα, μου είχε πει κι άλλα για άλλων βήματα και ήχους.
Εγώ το μόνο δώρο που αξιώθηκα να του κάνω ήταν μια ξύλινη καρέκλα καφενείου, με ψάθα, που την είχαμε στο πατρικό μου, στον Εύοσμο, στη βεράντα. Η μάνα μου τον αγαπούσε ιδιαιτέρως τον κύριο Ντίνο, τον γνώρισε κι από κοντά το διήμερο που τον φιλοξενήσαμε στο χωριό για τον γάμο μου, δεν είχε απολύτως καμία αντίρρηση για την καρέκλα. Ο ίδιος την δέχτηκε με μεγάλη χαρά μιας και ήταν αυτή που χρησιμοποιούσε στο παζάρι βιβλίου στην παραλία αντί των πλαστικών καθισμάτων που διέθετε στους ενοικιαστές των περιπτέρων η διοργανωτική επιτροπή. Δεν πήγαινε αρχικά στο παζάρι, ως εκθέτης. Εμένα πάλι μου άρεζε πολύ και λυπόμουνα που τα βιβλία της Διαγωνίου έλειπαν από την παραλία στο τέλος της Άνοιξης και τις αρχές του Καλοκαιριού.
Αφού απολύθηκα από τον στρατό, δοκίμασα την τύχη μου στο παζάρι ως εκθέτης με περίπτερο των εκδόσεων Επικαιρότητα˙ προξενητής ο Βασίλης του Ραγιά, ο Βασίλης Παρασκευαΐδης δηλαδή, ο εμβληματικός υπάλληλος στον χώρο του βιβλίου στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος στο διάστημα που διαρκούσε το παζάρι, έπαιρνε την άδειά του (όπως και πολλοί άλλοι συνάδελφοί του άλλων βιβλιοπωλείων), και κρατούσε περίπτερα γνωστών εκδοτικών οίκων. Πήγαινα και του έκανα παρέα πριν από τον στρατό, γοητευμένος, ώσπου γειτονέψαμε στα περίπτερα ως εκθέτες μετά την στρατιωτική μου θητεία.
Είπα λοιπόν του Ντίνου μετά, όταν πήρα το κολάι από τη μέσα μεριά του πάγκου για δύο χρονιές, πως δεν είχε να χάσει τίποτε, θα κρατούσα εγώ το περίπτερο, αυτός μόνο θα μου έδινε τα βιβλία και τα περιοδικά και φυσικά, θα το έκανα χωρίς αμοιβή. Την πρώτη χρονιά, το 1987 ήταν, δυόμιση χρόνια μετά την απόλυσή μου από το στρατό, οι Εκδόσεις Διαγωνίου μπήκαν στο περίπτερο δίπλα από τον Κέδρο που είχε ο Βασίλης. Είχα κι εγώ βγάλει δύο βιβλία, ήδη, στις εκδόσεις Διαγωνίου αλλά δεν ήταν αυτός ο λόγος που έκανα το σαλτανάτι. Στον πάγκο τοποθετήθηκαν και οι αδελφές εκδόσεις του Τάσου Κόρφη. Το ίδιο έγινε και την επόμενη χρονιά˙ χρονιά του γάμου μου.
Ο απολογισμός ήταν καλός. Έχω ακόμη το σπιράλ τετράδιο στο οποίο σημείωνα πού έστειλα τα βιβλία μου, ποιος απάντησε, ποιο περιοδικό έγραψε κάτι, αλλά και τα πάρε δώσε με τον Ντίνο για τα αντίτυπα που διέθετε στα βιβλιοπωλεία ο φοβερός και τρομερός μηχανισμός διάθεσης των Εκδόσεων Διαγωνίου: τόσα αντίτυπα ο Νίκος ο Βασιλάκης στα βιβλιοπωλεία στην Αθήνα, επί τόσο τοις εκατό, τόσες δραχμές˙ τόσα εγώ (ο Ντίνος Χριστιανόπουλος δηλαδή) στα βιβλιοπωλεία στη Θεσσαλονίκη, επί τόσο τοις εκατό, τόσες δραχμές. Σ΄ αυτό το τετράδιο έχω και τους απολογισμούς τού περιπτέρου με τα βιβλία της Διαγωνίου. Από το 1989 πήρε ο ίδιος τη σκυτάλη και εγώ βοηθούσα λίγο και κυρίως στη μεταφορά των κιβωτίων με τα βιβλία στην αρχή και στο τέλος του φεστιβάλ. Η πρώτη μου κόρη γεννήθηκε ακριβώς με τη λήξη της διοργάνωσης εκείνης της χρονιάς. Βράδυ Κυριακής έβαλα τα κιβώτια στο αμάξι, κλείσαμε τα περίπτερα με τον Βασίλη και με τις συζύγους μας πήγαμε για πίτσα στη Μαινεμένη˙ το ξημέρωμα της Δευτέρας με βρήκε πατέρα.
Δεν πήγα άλλη χρονιά ως περιπτερούχος, αλλά πήγαινα ως επισκέπτης. Την ξύλινη καρέκλα με την ψάθα τού την έκανα δώρο για να την έχει στην παραλία και να μην κάθεται πάνω στο πλαστικό. Αυτός, μαζί με τον Περικλή Σφυρίδη και τον Σάκη Παπαδημητρίου μού χάρισαν, το 1988, τη δεύτερή μου χρονιά ως περιπτερούχος των Εκδόσεων Διαγωνίου, έναν Παπανάκο! Αγαπημένος μου ζωγράφος ο Πάνος Παπανάκος, αλλά τα μικρά μου έσοδα από τα μαθήματα που έκανα ως Φυσικός, δεν μου επέτρεπαν να αγοράσω πίνακά του. Το τηλέφωνο κι ο Παπανάκος βρίσκονται στο σπίτι μου. Η καρέκλα, έκανε τη διαδρομή από τη στοά Χρυσικοπούλου στην παραλία και αντιστρόφως για πολλά χρόνια, -πήγε και στο σπίτι του στις Συκιές-, μετά δεν ξέρω τι απέγινε.
(Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Σταφυλή, αρ. 2, Ιούνιος 2022,σελ. 135-138)
Αν τηρούσα τη συμβουλή του, στο κατάλληλο τετράδιο όπου θα προσέτρεχα για πληροφορίες σχετικά με εκείνες τις ημέρες, θα το έβρισκα μια χαρά αυτό το γεγονός που είχε τελείως σβηστεί από τη μνήμη μου! Ασχέτως αν τώρα ένιωσα πολλή χαρά! Να ψάχνετε τα βιβλία στη βιβλιοθήκη σας. Όλο και κάποιο κρυμμένο κομμάτι του εαυτού σας θα ανακαλύψετε!
ΥΓ
Προσέξτε άλλη μία σύμπτωση: Στο κείμενο που δημοσιεύτηκε στη Σταφυλή, αρ. 2, περιέγραφα το κλείσιμο του Φεστιβάλ του 1989, η επόμενη μέρα του οποίου με βρήκε πατέρα στην πρώτη μου κόρη! 5-6-1989.Το κειμενάκι-αφιέρωση του Ντίνου στο βιβλίο έχει ημερομηνία 5-6-1988. Έναν χρόνο ακριβώς πριν τα γεννητούρια και με μένα ανύπαντρο ακόμα!
Σάββατο, Μαρτίου 16, 2024
Επί υδάτων
-Και όχι μόνο νερό! Περνούν και μνήμες!
Συζήτηση για τη λογοτεχνία και πώς αυτή έγραψε για τα νερά της Θεσσαλονίκης.
Εικόνα αμετάβλητη (εκτός από τον αριθμό κινητού τηλεφώνου δίπλα στο Πωλείται) από τη δεκαετία του 1970. Το ημιτελές αυτό σπίτι το έβλεπα από το 1971 έως το 1976 που περνούσα από δίπλα του για να πάω στο ΣΤ΄ Γυμνάσιο Αρρένων. Στην ίδια γειτονιά ήταν και η χειμερινή Καλύβα. Συζήτηση για ρεμπέτικα, Μαριώ και Χοντρονάκο!